Μια στρατιωτική φαρσοκωμωδία

 




[διαβάστε το πρώτο μέρος - Μια Ταινία Δρόμου
[διαβάστε το δεύτερο μέρος - Μια Πολεμική Σαπουνόπερα]








Εν δυο, προσκυνάμε,

Εν δυο, πολεμάμε,

Εν δυο, μα πεινάμε

 

 

Κάπου σ’ αυτό το σημείο τελειώνουν οι δραματικές αναμνήσεις, καθώς η τραγωδία έμελλε να εξελιχθεί σε κωμωδία με κλασικό χάπι εντ, το χάπι πάντοτε απαραίτητο. Το επόμενο κιόλας βράδυ, κύματα ενθουσιασμού κατέκλυζαν τον ελληνικό λαό, καθώς ο Αμερικάνος σκηνοθέτης, συνεπικουρούμενος απ’ τον Γάλλο βοηθό του, αποφάσισαν ν’ ανατρέψουν το κλίμα της πολεμικής σαπουνόπερας που παιζόταν στις πλάτες μας και να μας λανσάρουν ένα νέο βελτιωμένο προϊόν που το ’λεγαν Δημοκρατία, μουρμούριζε ο παππούς μου.

Ο Καραμανλής μπήκε στο αεροπλάνο του Ζισκάρ, το σύνθημα έπεσε στους ντόπιους οπαδούς του κι εξαπλώθηκε σα φωτιά στην κατάξερη σαβάνα. Κόσμος ξεχύθηκε στους δρόμους και φώναζαν «Ε-ε-έρχεται». Εμείς δεν κατεβήκαμε, μα η μάνα μου ξαναβρήκε το χαμόγελο και την ελπίδα. Γύρισε η Δημοκρατία, μου ’παν, έπεσε η Χούντα.

Φυσικά, δεν ήξερα τι ’ναι η Δημοκρατία, ούτε ποιος ήταν ο Καραμανλής, αλλά ήξερα τι ήταν η Χούντα κι αναγάλλιασα. Δεν αντιλαμβανόμουν τη Δημοκρατία ως κάτι το αφηρημένο, ένα πολίτευμα. Ήτανε μια καλή κυρία, που θα ’ρχότανε να μας επισκεφτεί στο σπίτι μετά του συζύγου της, του κυρίου με τα παχιά φρύδια, που έδειχνε η τηλεόραση.

Η παραζάλη των βίαια εναλλασσόμενων συναισθημάτων κι ο χείμαρρος των ανήκουστων εμπειριών, περισσότερες μες σε λίγες μέρες απ’ όσες συνολικά στη μικρή ζωή μου, παράσυραν σα στρόβιλος το νου μου και κοπάνησαν την αντίληψή μου στα βράχια του ακατάληπτου, μέχρι που στο μπλέντερ της μνημοσύνης απέμεινε ένας γκρίζος χυλός με ύποπτα ακαθόριστη γεύση.

 

Λίγες μέρες αργότερα, ο πατέρας γύρισε. Ήτανε μεσημεράκι κι έπαιζα στο μπαλκόνι μ’ ένα άλλο παιδί, όταν απλώς άνοιξε την πόρτα και μπήκε. Η μάνα δε γνώριζε τίποτα, φυσικά ούτε κι εγώ, μα δε μου ’κανε ιδιαίτερη εντύπωση. Μετά απ’ τις πρώτες ύπουλες κι ανήσυχες μέρες της επιστράτευσης, το κλίμα που ακολούθησε τη νύχτα της 23ης προς 24η Ιουλίου με είχε προϊδεάσει πως κάτι τέτοιο θα γινόταν.

Ήταν αξύριστος, ταλαίπωρος, αδυνατισμένος και βρόμικος. Δεν τους είχαν δώσει, μας είπε, στολές ή αρβύλες, όπλα, φαγητό. Μια μέρα ξεφόρτωναν ένα κιβώτιο με… πολεμοφόδια, μα κείνο έπεσε κι άνοιξε. Ήτανε γεμάτο πέτρες και ξύλα, μια επιστράτευση κυριολεκτικά για τα μπάζα.

Οι αφηγήσεις του κωμικοτραγικές, όπως κείνες οι παλιές ιταλικές στρατιωτικές φαρσοκωμωδίες, που βλέπαμε στα θερινά σινεμά. Τους είχαν πουλήσει παραμύθι, μέσω των αθάνατων διαρροών, πως αν μέχρι τις έξι το άλλο πρωί δεν είχαν αποχωρήσει οι Τούρκοι απ’ την Κύπρο, θα ξεκινούσαμε την επίθεση και να ’ναι όλοι προετοιμασμένοι. Τώρα πώς ακριβώς ο ξυπόλυτος λόχος του Καραγκιόζη θα επιτίθονταν στους πάνοπλους Τούρκους, αυτό είναι άλλη κουβέντα.

Έπεσαν για ύπνο με τις καρδιές παγωμένες και τα στομάχια σφιγμένα. Ξάφνου, μες στα μαύρα μεσάνυχτα, έπιασε ένα καλοκαιριάτικο δρολάπι. Το ρεμπέτ ασκέρι ξύπνησε αλαφιασμένο απ’ τις βροντές, είδαν περίτρομοι απ’ το παραθύρι τις αστραπές και νόμισαν πως ήτανε βολές πυροβολικού.

Άοπλοι, άντυτοι και νηστικοί, τους έπιασε τέτοιος πανικός, που τρέχανε να κρυφτούν, κάτω απ’ τα κρεβάτια, μες στις ντουλάπες ή όπου αλλού έβρισκαν πρόσφορο. Ο τιμημένος ελληνικός στρατός στα καλύτερά του. Ο παππούς μου, πολεμιστής του ’40, δεν έπαυε να βροντογελάει όποτε το ’φερνε στο νου του, αν κι ίσως θα ’τανε πιο συνετό γι’ αυτόν να ’βαζε τα κλάματα. Η Κύπρος έκειτο μακράν…



Δ. Εθνικά Θέματα ή Εθνικά Ψέματα...


Έτσι έζησα την απαρχή του δεύτερου από τους μεγάλους Ευσεβείς Μύθους που γαλούχησαν τη γενιά μου και τις επόμενες γενιές, μέχρι τον μύθο του Ευρώ και του μεγαλοϊδεατισμού της ισχυρής Ελλάδας των Ολυμπιακών αγώνων. Η Επιστράτευση, ο πάντα πρόχειρος μπαμπούλας του ελληνοτουρκικού πολέμου, το Κυπριακό. Όπως κατάλαβα αρχικά από τις διηγήσεις των εφέδρων που πήγαν τη βόλτα τους μέχρι τα σύνορα, αλλά και απ’ όσα διάβασα μετέπειτα, η Επιστράτευση ήταν μια μεγάλη μούφα, αυτός άλλωστε είναι κι ο λόγος που τη διατηρώ στο μυαλό μου με κινηματογραφικούς όρους, όπως την κατέγραψα. Η ελληνική ηγεσία δεν είχε καμμία πρόθεση να διεκδικήσει τα δίκια του Ελληνισμού και να υπερασπιστεί το ρόλο της χώρας ως εγγυήτριας δύναμης της Κύπρου. Δεν είχε καμμία πρόθεση να συγκρουστεί με την Τουρκία, τότε ή οποτεδήποτε μετέπειτα. Δεν μιλάω μόνο για την χουντική ηγεσία των μεγαλόστομων εθνικοπανηγυρικών λόγων, του φαιδρού πατριωτισμού και της υστερικής πατριδοκαπηλίας.

Ο ίδιος ο «εθνάρχης» Καραμανλής δήλωσε τότε, ενώ τα ερείπια ακόμη κάπνιζαν και ο δεύτερος Αττίλας προετοιμαζόταν πυρετωδώς, ότι «Η Κύπρος κείται μακράν». Άλλοι πάλι αποδίδουν τη δήλωση αυτή στον Γ. Μαύρο (δεν μου κάνει εντύπωση· ο παππούς μου έλεγε πως το κέντρο πάντοτε υπήρξε προδοτικότερο της δεξιάς κι εγώ είδα τον κυρ Φώτη και συμφώνησα απολύτως), όμως αυτό δεν έχει και τόση σημασία. Ο υπερατλαντικός κηδεμόνας και των τριών χωρών (Ελλάδας, Κύπρου και Τουρκίας) είχε καθορίσει λεπτομερώς τα γεωπολιτικά του σχέδια, είχε χαράξει με ακρίβεια στο χάρτη τη γραμμή του διχασμού και άπαντες οι ντόπιοι ακολούθησαν τις εντολές του με πειθαρχία σκύλου του τσίρκου, που χορεύει στο ένα πόδι και γαυγίζει προσθέσεις κι αφαιρέσεις στο σινιάλο του εκπαιδευτή του. Ένα στημένο παιχνίδι, ή σωστότερα ακόμα ένα στημένο παιχνίδι. Ο Κ. Σημίτης, με το περιβόητο «Ευχαριστούμε τους Αμερικάνους» που εκστόμισε δυο δεκαετίες αργότερα, δεν πρωτοτύπησε καθόλου, παρά μόνο αποδείχτηκε πιστός σε μια μακρά παράδοση του δοτού ελληνικού πολιτικού συστήματος. Δεν θα πρέπει να ξεχνάμε άλλωστε, ότι και ο Α. Παπανδρέου ξανανέβασε την ίδια παράσταση, τη φαρσοκωμωδία της Επιστράτευσης, κατά τη δεκαετία του ’80. Έτσι, μια φορά κάθε δεκαετία ως αναμνηστική δόση, για να σφίγγουν και οι κώλοι και να πειθαρχούν οι ιθαγενείς.

Ο πραγματικός λόγος για τον οποίο έγινε η Επιστράτευση του 1974, ήταν να τεθεί ο λαός υπό έλεγχο, μην τυχόν κι υπάρξουν αντιδράσεις στο ξεπούλημα της Κύπρου, όπως είχε συμβεί τη δεκαετία του ’50, με τις διαδηλώσεις για την «Ένωσιν». Τα πρόβατα οδηγήθηκαν στο μαντρί, όχι για σφαγή αλλά για κούρεμα,  για να δοθεί στο σκηνοθέτη ο απαιτούμενος χώρος και χρόνος, ώστε ν’ αλλάξει τα σκηνικά και να προετοιμάσει τη μετάβαση προς τη βολική Δημοκρατία, αυτό που στη θεατρική γλώσσα ονομάζεται σκηνική οικονομία. Η Χούντα πήρε επάνω της το ανάθεμα κι ένιψε τα χέρια του πολιτικού κατεστημένου για το κυπριακό αίμα δίκην Πιλάτου, ωστόσο κανείς δεν τιμωρήθηκε γι’ αυτό. Η δίκη των Χουντικών εστιάστηκε στο έγκλημα της 21ης Απριλίου του ’67, άντε και σ’ αυτό της 17ης Νοεμβρίου του ’73, άφησε όμως εντελώς στο απυρόβλητο εκείνο της 20ης Ιουλίου του 1974. Οι συνταγματαρχαίοι εκτέλεσαν πειθήνια τον ρόλο που τους είχε ταχθεί κι ύστερα θυσιάστηκαν ως αποδιοπομπαίοι τράγοι απ’ τους ίδιους τους αφεντάδες τους, όταν δεν τους ήταν πια χρήσιμοι, όπως είναι πάντοτε η ειρωνική μοίρα όλων των δοσίλογων. Σε καμμία όμως περίπτωση δεν επιτρεπόταν να διακυβευθούν τα συμφέροντα του αφεντικού…

 Ο ελληνικός λαός, με την κοντή μνήμη και την παροιμιώδη μωροπιστία, αφού τον φοβέριξαν με τον μπαμπούλα του πολέμου, του χάρισαν έπειτα τις χάντρες και τα καθρεφτάκια της Δημοκρατίας κι εκείνος χάρηκε σαν μικρό παιδί με το καινούριο δωράκι που του έφερε ο εκ δυσμών Άη Βασίλης. Το αντίδωρο που ευχαρίστως παραχώρησε ελαφρά τη καρδία, ήταν άλλο ένα ποδάρι της Ελλάδας που το έπαιξαν στο ζάρι, όπως ακόμη και ο πρεζάκιας ρεμπέτης είχε καταλάβει από καιρό κι είχε τραγουδήσει. Η μαστούρα της μικροαστικής ευωχίας είναι βλέπετε βαρύτερη κι από εκείνη της πρέζας. Υπήρξαμε όλοι παθητικοί θεατές σε μια παράσταση που παιζόταν για μας χωρίς εμάς, άβουλοι κομπάρσοι σε μια εξαιρετική γεωπολιτική υπερπαραγωγή χολυγουντιανής σύλληψης κι εκτέλεσης. 



Όμως η σημαντικότητα και η χρηστικότητα του Ευσεβούς Μύθου υπήρξαν πολλαπλές. Όπως είναι στους περισσότερους γνωστό, κανένα καθεστώς δεν μπορεί να σταθεί χωρίς κάποια εσωτερική ή εξωτερική απειλή, χωρίς έναν εχθρό, όπως δεν μπορεί να γίνει ταινία του James Bond, του Batman ή του Spiderman χωρίς κάποιον παρανοϊκό υπερκακό που απειλεί να καταστρέψει το σύμπαν. Η διαρκής απειλή του ελληνοτουρκικού πολέμου προικοδότησε τη Δημοκρατία με τον κατάλληλο εχθρό – πλην σύμμαχο –  την ελεγχόμενη εξωτερική απειλή που της ήταν απαραίτητη, καθώς ο κομμουνισμός ως εσωτερικός εχθρός είχε αχρηστευτεί. Το νέο μοντέλο πολιτεύματος σκαρφίστηκε την απορρόφηση του ΚΚΕ και της ευρύτερης Αριστεράς στο σύστημα, μέσω της νομιμοποίησης και της θεσμικής τους συμμετοχής στη φαύλη Δημοκρατία και στον κρατικό κορβανά. Η Αριστερά δεν βρήκε λόγο να εναντιωθεί στον Καραμανλή, με το καρότο της νομιμοποίησης να κρέμεται μπροστά στο στόμα της, ενώ το μαστίγιο του εθνικού κινδύνου και των τανκς έκανε στράκες πάνω απ’ τ’ αυτιά της. Όλοι είχαν κάτι να κερδίσουν κάνοντας ελαφρώς τις πάπιες επί του θέματος κι όλοι έκαναν ακριβώς αυτό.

Τα γεγονότα του ’74 επέβαλαν την ασταθή ισορροπία και την εκκρεμότητα στο Αιγαίο και στην Κύπρο, το θολό τοπίο της διαφιλονικούμενης κυριαρχίας, που έδινε όλα τα κλειδιά στα χέρια του αμερικανικού παράγοντα και τον καθιστούσε τον πραγματικό κυρίαρχο της περιοχής. Η κούρσα εξοπλισμών που ακολούθησε υπερχρέωσε τις δυο χώρες, με ποσά που θα δικαιολογούνταν μόνο από θερμό πόλεμο και τις έστειλε νομοτελειακά στα χέρια του ΔΝΤ, με τον αδύναμο κρίκο – την Ελλάδα – να βρίσκεται τελικά στη χειρότερη μοίρα απ’ τους δύο. Σύντομα ακολούθησε και η ίδια η Κύπρος, αφού αποδεικνύεται πως οι μοίρες των δύο χωρών είναι αλληλένδετες, ή αλλιώς ότι πρόκειται για ενιαίο εθνικό-γεωπολιτικό χώρο, όσο κι αν πολλοί προσπάθησαν στο ενδιάμεσο να μας κάνουν να το λησμονήσουμε.  Η κατάσταση οδήγησε την Ελλάδα να μην είναι ακόμη μέχρι σήμερα σε θέση να εκμεταλλευτεί τους πόρους της προς όφελός της, ούτε ακόμη και να τολμήσει να κηρύξει την ΑΟΖ της, πράγμα που εκτός απ’ την ίδια την Τουρκία, εξυπηρετεί κυρίως τα συμφέροντα των Αγγλοσαξώνων και των Γερμανών, που ορέγονται το δικαιωματικό έλεγχο των ενεργειακών κοιτασμάτων και δρόμων εμπορίου της Ανατολικής Μεσογείου.

Η αναμενόμενη κατάληξη της συνεκμετάλλευσης, με τον αμερικανικό και τον γερμανικό παράγοντα να παίρνουν φυσικά τη μερίδα του λέοντος, δεν θα πρέπει το λοιπόν να εκπλήξει κανέναν όταν συμβεί, αν κι είμαι σίγουρος πως θα  βρεθούν πολλοί που υποκριτικά «θα πέσουν απ’ τα σύννεφα». Ευτυχές είναι το γεγονός ότι οι πρόσφατες εξελίξεις απομακρύνουν κάπως τον αμερικανικό παράγοντα, όμως τώρα ο χώρος του Αιγαίου και της Κύπρου έχει ξαφνικά βαπτιστεί ως «Ευρωπαϊκή ΑΟΖ» κι αυτό δεν είναι καλό μαντάτο, καθώς βάζει και τους Γερμανούς στο παιχνίδι, οι οποίοι μέχρι σήμερα δεν είχαν καμμία πρόσβαση. Έτσι ή αλλιώς οι Αγγλοσάξονες έχουν βάλει ήδη πόδι στην ΑΟΖ της Κύπρου, μέσω του Ισραήλ και στοχεύουν να κάνουν το ίδιο και στο Αιγαίο, μέσω του έτερου τοποτηρητή των συμφερόντων τους, της Τουρκίας.  Τελικά από τη μοιρασιά δεν φαίνεται να μένει ούτε ψίχουλο για εμάς τους ιθαγενείς κι αυτό μοιάζει να είναι το βαθύτερο νόημα της υπερχρέωσης των δύο αδελφών κρατών και της μνημονιακής επίθεσης που δέχτηκαν το καθένα στην κατάλληλη στιγμή, εκτελεσμένες ως συμβόλαια θανάτου, απ’ τους καλύτερους οικονομικούς δολοφόνους. 

Το αιωνίως άλυτο Κυπριακό υπήρξε ο μόνιμος μοχλός των εξελίξεων, η μόνιμη δικαιολογία για όλες τους μονόδρομους της εξωτερικής μας πολιτικής, για όλες γονυκλισίες προς τους Δυτικούς επικυρίαρχους, η κολυμπήθρα του Σιλωάμ του πολιτικού συστήματος που δικαιολογούσε έτσι την ύπαρξή του, η «ανωτέρα βία» που μας επέβαλε τις εξελίξεις και τις επιλογές. Ήταν – μαζί με το Αιγαίο, ζητήματα απολύτως αλληλένδετα –  τα περιβόητα Εθνικά Θέματα, η μόνιμη πιπίλα του συστήματος εξουσίας, όταν δυσκολευόταν με άλλον τρόπο να δικαιολογήσει τις καταστροφικές για τη χώρα επιλογές του.

Εάν θέλει κάποιος ένα παράδειγμα, μπορούμε να θυμηθούμε ότι η ένταξη της Κύπρου στην ΕΕ και στο Ευρώ προβλήθηκε ως τεράστια εθνική επιτυχία, που θα μας βοηθούσε στη λύση του Κυπριακού, εξαιτίας μάλιστα της οποίας έπρεπε να δεχτούμε χωρίς δημοψήφισμα και  τη δική μας ένταξη στην Ευρωζώνη, το Ευρωσύνταγμα (που ευτυχώς ναυάγησε μετά από το δημοψήφισμα στη Γαλλία και σε άλλες χώρες), κλπ. Πέρα απ’ το κάκιστο σχέδιο Α(υ)νάν το οποίο μας επιφύλαξε ο διεθνής παράγοντας ως ανταμοιβή (ένα ευτυχές ναυάγιο, όμως οι Επικυρίαρχοι δεν το έβαλαν κάτω· απεναντίας έχουν τώρα την ευκαιρία να το επιβάλλουν με το έτσι θέλω), τελικά η «τεράστια εθνική επιτυχία», οδήγησε σήμερα την Κύπρο και την Ελλάδα στην απώλεια της εθνικής τους κυριαρχίας και στην αποικιοποίησή τους, μέσω του στενού κορσέ των Μνημονίων και του Ευρώ, που δεν ήταν τελικά ένα νόμισμα, αλλά ένα όπλο μαζικής καταστροφής και υποταγής, ένα πανούργο αποικιοκρατικό εργαλείο. Χωρίς ποτέ να ερωτηθούμε, πάντοτε για το καλό μας και για την πολυπόθητη δήθεν λύση του Κυπριακού. Δεν μπορεί κανείς να μη θαυμάσει κατά βάθος ένα τόσο καλά οργανωμένο και μακρόπνοο σχεδιασμό, όσο αυτός. Ίσως ο πιο χρήσιμος από τους Ευσεβείς μας Μύθους και σίγουρα ο πιο καλοδουλεμένος.

Σχόλια

  1. Εξαιρετικό κείμενο. Με σμιλεμένες απαντήσεις σε κάποιες ερωτήσεις που σπάνια τολμούν να τεθούν. Πέρα από τα ηλίθια στερεότυπα δεξιάς και αριστεράς και τον αμοραλισμό του κέντρου, του ισορροπιστή της σαθρότητας. Οι τρεις στήλες της σαπίλας. Το κείμενο καταφέρνει να απαντήσει όχι μόνο στις ερωτήσεις που θέτει περιγράφοντας το πλαίσιο μέσα στο οποίο το να γεννιέσαι Έλληνας είναι κατάρα. Η κατάρα του να γεννιέσαι Έλληνας. Δίνει απαντήσεις ακόμη και για το τι συμβαίνει στη Βόρεια Κορέα. Λέγεται φόβος. Αυτός που φυλάει τα έρμα. Αυτός που δίνει στους λίγους τη δύναμη πάνω στους πολλούς. Οι Καραμανλήδες λειτούργησαν σαν κα΄λές νοικοκυρές που κάναν καμιά μπουγάδα που και που όταν τους έπαιρνε για να μην φαίνονται τόσο βρώμικα τα σεντόνια του Ελληνικού δημοσίου βίου. Αλλά η λέρα η βαθιά παρεμένει όπως είναι φυσικό. Τα τελευταία χρόνια έχουν δει το φως της δημοσιότητας τόσα σκάνδαλα που αναρωτιέσαι αν υπάρχουν έντιμοι άνθρωποι σε αυτή τη χώρα. Τόση λέρα. Τόση μπόχα. Εύγε. Εξαιρετικό κείμενο. Προτεινόμενο για παιδιά γυμνασίου για να καταλάβουν πέρα από τα ψέματα της πολιτείας και της οικογένειας το σε ποια χώρα ζουν. Στη θαυμάσια χώρα των αμετανόητα αθλίων.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. Να κάνω μια σημείωση μόνο. Η εισαγωγή είναι λίγο αδύναμη για να προιδεάσει το τι περιέχει το κείμενο.

    ΑπάντησηΔιαγραφή

Δημοσίευση σχολίου