Το Ιερό της Πάττυ Σμιθ



Δεν είναι η πρώτη φορά που ξεκινώ να σχολιάσω ένα άρθρο που διάβασα και στην πορεία ανακαλύπτω μια μικρή πνευματική περιπέτεια. Ίσως αυτό να δείχνει πως έχω καλό γούστο στην επιλογή των blogs που διαβάζω, αφού καταφέρνουν να με γονιμοποιούν πνευματικά. Η διαφωνία έχει συχνά μεγαλύτερη ζωογόνο για το πνεύμα δύναμη απ' τη συχνά στείρα συμφωνία, που ίσως να δει κανείς στα σχόλια κάτω απ' το ίδιο κείμενο.

Διαβάζω λοιπόν απόψε το κείμενο "Κατουρώντας στο Ποτάμι", του silentcrossing.

Ξεκινώντας την ανάγνωση, υπέστην γρήγορα γρήγορα ένα ας πούμε πολιτισμικό σοκ! Βλέπω κάποιον που σε γενικές γραμμές εκτιμώ, σε βαθμό τουλάχιστον να τον διαβάζω, να έχει τόση πώρωση, να μιλάει με τόση αγάπη, να προσκυνά σαν 19χρονος - ενώ δεν είναι - την Πάττυ Σμιθ. Εκείνο που με κάνει να νιώθω άσχημα, πριν φτάσω πολύ μακριά την ανάγνωση, είναι πως του λόγου μου δεν είχα ακούσει ποτέ, ούτε ένα τραγούδι της, την ήξερα μόνο σαν όνομα, ήταν για μένα μια ξένη. Ήρθα στη θέση του παραληρούντα από ενθουσιασμό οπαδού, να γυρίζει κάποιος και να του λέει ότι το μεγάλο, τρισάγιο και πολυαγαπημένο του είδωλο, για κείνον είναι απλά ένας ξένος, μια άγνωστη σκιά μες στο βασίλειο του Άδη. Φαντάστηκα με πόση αηδία και περιφρόνηση θα μ' αντιμετώπιζε, πόσο κάφρο και σκυλά μαύρο θα με θεωρούσε και ντράπηκα λιγάκι. Θα ήταν προτιμότερο να του πως ότι την έχω ακούσει και δεν μου αρέσει καθόλου, ότι η μουσική της ηχεί σαν βούισμα μύγας στ' αυτιά μου, όμως να μην την έχω ακούσει ποτέ ο πούστης, τόση χλιαρότης ρε παιδί μου είναι ανυπόφορη.

Το χειρότερο για μένα είναι ότι έφαγα όλη μου τη ζωή ακούγοντας και παίζοντας μουσική και ο χώρος μου υπήρξε πάντοτε η ροκ σκηνή, σε όλες τις πιθανές και απίθανες εκφάνσεις της. Πώς στα δγιάλα γίνεται να μην έχω καν διασταυρωθεί, έστω μια φορά, ειδικά με την Πάττυ Σμιθ, ενώ είναι τόσο γνωστή, που ακόμη κι εγώ ο κάφρος είχα ακούσει πολλές φορές να την αναφέρουν; "Αΐκον σκατόν πώς έφαγα;", όπως θα έλεγε ο Πόντιος θειος μου.


Δεν μπορούσα το λοιπόν να συνεχίσω παρακάτω την ανάγνωση, εάν πρώτα δεν πήγαινα στον φίλο μου τον γιουτούμπη να πάρω μια γεύση, τι είναι αυτό που κοτζάμ μαντράχαλο τον καυλώνει τόσο πολύ. Εκεί έγινε ο τάφος μου! Ακούω το πρώτο κομμάτι (Dream of Life) που βρίσκω μπροστά μου, γάμησέ τα, τρομερό. Βάζω το επόμενο, κάτσε καλά, γαμεί και δέρνει. Βάζω το τρίτο, ακόμα καλύτερο. Να μην πολυλογώ, απόλυτα ταιριαστά στα μουσικά μου ακούσματα...

Ε τώρα ειλικρινά δεν καταλαβαίνω, έχω μπερδευτεί κι έχω χάσει εντελώς την μπάλα. Δεν βρέθηκε ποτέ ένας φίλος, ένας γνωστός, ένας συγγενής, η θεά Τύχη, το Μέγα Χάος, κάποιος κερατάς τέλος πάντων στο δρόμο μου, να μου βάλει ν' ακούσω έστω ένα τραγούδι της; Τόσους και τόσους άσημους, άθλιους κι ανύπαρκτους έχω ανακαλύψει μ' αυτόν τον τρόπο. Υπερβολική "μη-σύμπτωση" για να είναι τυχαία...

Τέλος πάντων, μπαίνω ξανά για να διαβάσω το υπόλοιπο κείμενο. Σκοντάφτω το λοιπόν σ' αυτήν τη φράση: "...την ιερότητα του δέρματος και της εξέγερσης". Ιερότητα; Άντε καλά θα το αντέξω, αν και δεν βρίσκω κοινό μεταξύ της Πάττυ Σμιθ και των skins. Συνεχίζω παρακάτω και βρίσκω την ίδια αυτή λέξη άλλες δυο φορές, τη μια μάλιστα μ' ένα υπέροχο ειρωνικό τρόπο, αυτόν ενός άθεου που θεωρεί την πίστη του ως... ιερή. Τώρα αρχίζω και καταλαβαίνω σιγά σιγά, ποια είν' η απάντηση στο παράδοξο που με προβλημάτισε...

Δεν υπάρχει τίποτε το όσιο και το ιερό σ' αυτό το σύμπαν. Κάθε ιδέα γεννιέται μαζί με την αντίθετή της και κάθε ιερό, είναι ταυτόχρονα κι ανίερο. Κάθε καλό, περικλείει μέσα του και το κακό, κάθε κακό, γεννάει κι αναπτύσσει το καλό. Δεν υπάρχει τίποτα το αιώνιο, το άφθαρτο, μεγαλειώδες ή ατσαλάκωτο, αφού όλα καταλήγουν στην αρχέγονη λάσπη της Μεγάλης Μητέρας, της μήτρας του Μεγάλου Χάους απ' όπου γεννιούνται, πεθαίνουν και ξαναγεννιούνται. Η ανάδειξη μιας γελάδας ή μιας ιδέας σε κάτι ιερό, την αποκόπτει απ' αυτόν τον αέναο κύκλο της ζωής, της αποστερεί την εξελικτικότητά της, τελικά την σκοτώνει χωρίς να την ξαναγεννά. Πάντα οι άνθρωποι είχαν τη διαστροφή να προσκυνούν νεκρούς και κάθε είδους πτώμα, πτώματα ανθρώπων, συμβόλων κι ιδεών.

Μάλλον γι' αυτό ποτέ δεν έτυχε ν' ανταλλάξω μουσική, ούτε καν σάλιο, μ' αυτούς "που πιστεύουν μέχρι το τέλος στην ιερή και υπερφυσική, υπέροχα ευφυή καλοσύνη της ανθρώπινης ψυχής". Όποιος κι αν ήταν ο δάσκαλός τους, δεν είχα ποτέ καμμία όρεξη να τον ακούσω. Γιατί απλά θα μου δίδασκε άλλη μια μονόπλευρη - άρα τοξική - θέαση του κόσμου, θα μου φούσκωνε τα μυαλά μ' άλλον έναν αυτοεκπληρούμενο βερμπαλιστικό ιδεαλισμό, θα μ' έκανε να θεωρώ - φευ - κάτι απ' το ταπεινό μου τομάρι ως ιερό, θα με βούταγε στην Ύβρι, μα τα νερά τα μαύρα της Στυγός. Οι λόγοι ήταν πολιτικοί και φιλοσοφικοί κι όχι μουσικοί, που δεν άκουγα την Πάττυ Σμιθ και δεν έκανα παρέα με τους οπαδούς της...

Ο υπερβολικός λυρισμός που διατρέχει το κείμενο αλλά κι όλη την ιδεολογική και ας πούμε επαναστατική θεώρηση που αναπτύσσει, δεν ήταν ποτέ αρεστός στον χαοτικό τζόκερ που έχει από παλιά κάνει κατάληψη στο κεφάλι μου. Βλέπεις ήμουν απ' τη φύση μου οριακή προσωπικότητα, έτσι που μόλις και μετά βίας κρατούσα μια επαφή με τη συναινετική πραγματικότητα και δεν χρειαζόμουν φαίνεται κι άλλη παραμύθα. Είχα μπόλικη κι από μόνος μου.

Στην ηλικία που είσαι, όλοι είχαμε την ανάγκη να νιώσουμε έφηβοι, να ξορκίσουμε το κακό των σαράντα που ερχόταν κατά πάνω μας. Μάθε όμως ιερέ μου φίλε το χαρμόσυνο άγγελμα: Αν καταφέρει κανείς να ξεπεράσει αυτό το στάδιο, τότε ανακαλύπτει τις ομορφιές της ωριμότητας, εκεί που μπορεί να ισορροπήσει καλύτερα το αδάμαστο συναίσθημα με τον αδυσώπητο κυνισμό.






Η ουτοπία δεν διαφέρει και πολύ απ' τη δυστοπία. Η μία είναι τ' όνειρο κι η άλλη είν' το θάμα! Το Χάος θα είναι πάντοτε ο τάφος τους...

Σχόλια

  1. Πάντως για τα περί ιερότητας το κλειδί βρίσκεται εδώ:

    http://www.poetryfoundation.org/poem/240700

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. Εφόσον είναι έτσι φίλε μου, τότε δεν λέμε κάτι το διαφορετικό. Εάν όλα είναι ιερά, τότε τίποτα δεν είναι ιερό, όπως εάν ήταν όλοι πλούσιοι, δεν θα ήταν κανείς...

    Τέλος πάντων, τελικά ψάχνοντας ανακάλυψα ότι ήξερα ένα κομμάτι της Πάττυ Σμιθ, το Because the Night, όμως ενώ το είχα ακούσει δεκάδες φορές, δεν ήξερα ότι είναι δικό της. Μιλάμε εξωγήινος ο άνθρωπος, ανεπίδεκτος...

    Άντε βρε να 'σαι καλά, μ' έβαλες να ψάχνω νυχτιάτικα και με προβλημάτισες για τη μαύρη μου άγνοια...

    ΑπάντησηΔιαγραφή

Δημοσίευση σχολίου