Ο Βασιλιάς της Μοναξιάς


     
Ήταν σαν το χειμώνα σκυθρωπός
και είχε κάτι από την άνοιξ’ η φωνή του.
Απ’ όλα τα φτιασίδια μας γυμνός,
μόνο τα ρούχα και τ’ αδύνατο κορμί του.

Σ’έκαν' έστω κλεφτά να τον κοιτάς,
γιατί είχε κάτι απροσδιόριστο, αρχαίο,
έναν αέρα αιωνιότητας
κι ένα μυστήριο σκοτεινό και φευγαλέο.

Τα πόδια του πρησμένα και ξυπόλητα,

στους άλλους ίσως φάνταζε γελοίος.

Οι λέξεις δεν του ταίριαζαν απόλυτα

και τα κενά δεν γέμιζαν τελείως.

Είχε μιλήσει ελάχιστες φορές,
μον’ τραγουδούσε τα παράξενα όνειρά του
για πόλεις μακρινές και μυστικές
και για τα θαύματα ενός κόσμου αθανάτου.

Οι πιο πολλοί τον είχαν για τρελό
κι έτσι δεν τού ’διναν  καμία  σημασία,
μα εκείνο το τραγούδι στο μυαλό
γεννούσε πάντα μια σαγήνη, μια μαγεία.

Τα πόδια του πρησμένα και ξυπόλητα,

στους άλλους ίσως φάνταζε γελοίος.

Οι λέξεις δεν του ταίριαζαν απόλυτα

και τα κενά δεν γέμιζαν τελείως.

Μια νύχτα μας αποχαιρέτησε
μ’ ένα τραγούδι ανεπανάληπτα ωραίο.
Κανείς δεν τον ξανασυνάντησε
Ούτε κι ακούσαμε να λεν κάποιο του νέο.

Ποτέ ποιος ήταν δεν θα μάθουμε.
Οι γέροι λένε, μα τους γέρους ποιος πιστεύει,
πως κι όταν πια δεν θα υπάρχουμε
ο Βασιλιάς της Μοναξιάς θα ταξιδεύει...

Σχόλια

  1. Μετά τον Δρόμο και τους Αδελφούς της Θλίψης, ο κύκλος του Περιπλανώμενου κλείνει απόψε με τον Βασιλιά της Μοναξιάς, που χρονικά γράφηκε πρώτο, την εποχή που υπηρετούσα στην Αεροπορία. Το είχα μελοποιήσει, γι' αυτό και διαθέτει ρεφρέν.Φυσικά υπόκειται κι αυτό, όπως κι όλη η τριλογία, στο αρχέτυπο του Ερημίτη, της 10ης κάρτας της Μεγάλης Αρκάνας...

    ΑπάντησηΔιαγραφή

Δημοσίευση σχολίου